Γανυμήδης

Γανυμήδης
I
Μυθολογικό πρόσωπο. Νέος από την Τροία με εξαιρετική ομορφιά, τον οποίο είχαν απαγάγει οι θεοί και τον έκαναν αθάνατο για να τον χρησιμοποιούν ως οινοχόο. Σύμφωνα με μερικές άλλες παραλλαγές του μύθου, τον Γ. είχε απαγάγει ένας αετός που έστειλε γι’ αυτό τον σκοπό ο Δίας ή ο ίδιος ο Δίας που μεταμορφώθηκε σε αετό.
«Η αρπαγή του Γανυμήδη από τον Δία», γλυπτό του 5ου αι. π.Χ. (Μουσείο της Ολυμπίας).
Ο Γανυμήδης, έργο του Μπέρτελ Θόρβαλντσεν (Γλυπτοθήκη Κοπεγχάγης).
II
(Αστρον.). Ονομασία του τρίτου δορυφόρου του Δία. Τον επισήμανε πρώτος ο Γαλιλαίος στις 7 Ιανουαρίου 1610. Είναι ο μεγαλύτερος από τους 12 δορυφόρους του Δία και έχει διάμετρο 4.964 χλμ. και πυκνότητα 2,4. Περιφέρεται γύρω από τον Δία σε 7 ώρες, 3 λεπτά και 43 δευτερόλεπτα, σε μέση απόσταση 1.017 εκατ. χλμ. από αυτόν. Στην επιφάνειά του διακρίνονται μόνιμες σκοτεινές κηλίδες, που παρουσιάζουν επιστημονικό ενδιαφέρον.
Το ίδιο όνομα έχει και ένας αστεροειδής που επισημάνθηκε στις 23 Οκτωβρίου 1924 από τον Γερμανό επιστήμονα Μπάαντε. Το φαινόμενό του μέγεθος στη μέση αντίθεσή του είναι 14,0, ενώ αν βρισκόταν σε απόσταση μιας αστρονομικής μονάδας από τη Γη και από τον Ήλιο θα είχε μέγεθος 10,8.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Γανυμήδης — Γανυμήδη fem gen sg (attic epic doric ionic) Γανυμήδης masc acc pl (attic epic doric) Γανυμήδης masc nom/voc pl (doric aeolic) Γανυμήδης masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Γανυμήδης — ο μυθικός ωραίος νέος που τον άρπαξε ο Δίας και τον μετέφερε στον Όλυμπο, όπου έγινε ο οινοχόος των θεών …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Γανυμήδει — Γανυμήδης masc nom/voc/acc dual (attic epic) Γανυμήδεϊ , Γανυμήδης masc dat sg (epic ionic) Γανυμήδης masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Γανυμήδεα — Γανυμήδης masc acc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Γανυμήδεις — Γανυμήδης masc nom/voc pl (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Γανυμήδεος — Γανυμήδης masc gen sg (epic doric ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Γανυμήδευς — Γανυμήδης masc gen sg (epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Γανυμήδους — Γανυμήδης masc gen sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Γανύμηδες — Γανυμήδης masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ганимед — (Ganymedes, Γανυμήδης). Сын Троса и Каллирои, прекрасный юноша, унесенный на небо с горы Иды Зевсовым орлом. На Олимпе он сделался виночерпием Зевса вместо Гебы. Взамен сына Зевс даровал отцу Ганимеда пару божественных коней. (Источник: «Краткий… …   Энциклопедия мифологии

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”